Τρίτη 3 Μαΐου 2011

Ανάβαση στο αυγό .

Ανάβαση στο αυγό .


Ορισμένα βουνά μένουν στη μνήμη μας συνυφασμένα με συγκεκριμένες εποχές του χρόνου. Το Περιστέρι με το απόγειο της άνοιξης που γεννά τον Άσπρο στα αλπικά λιβάδια της Βερλίγκας, τις ανατολικές πλαγιές του Κόζιακα με το
κορύφωμα του φθινοπώρου και την χρωματική έκρηξη των φυλλωμάτων, τα Τζουμέρκα με τον αδυσώπητο ήλιο του καλοκαιριού που πυρώνει τα βράχια πάνω από την Κωστελάτα. Και το Αυγό; Μιλάμε για την ψηλότερη κορφή του ορεινού συγκροτήματος που ξεκινά πάνω από τον Ασπροπόταμο, στο ύψος του Δροσοχωρίου και με νότια κατεύθυνση φθάνει μέχρι το φαράγγι του Πορταϊκού και συγκεκριμένα για την ψηλότερη κορφή του που με υψόμετρο 2.148 μέτρων κατέχει ένα καίριο πόστο στον κορμό της Πίνδου. Μα φυσικά με τον χειμώνα ή έστω με την πρώιμη άνοιξη, όταν λιτή και απέριττη η κορυφή προβάλλει πάνω από γκρεμούς απύθμενους και η μύτη της τρυπά τα σύννεφα. Είναι ένα θέαμα μεγαλειώδες η νοτιονατολική όψη όπως την αντικρίζουμε λίγο πριν φτάσουμε στο Βαθύρεμα. Η πρώτη εντύπωση είναι ότι πρόκειται για ένα βουνό απρόσιτο, πάνω από τις δυνάμεις μας, κάτι που απλά θαυμάζουμε από μακριά και πάμε για άλλο, ευκολότερο. Συγχρόνως αποτελεί και μια πρόκληση, όχι προς αναμέτρηση βέβαια, αλλά προς γνωριμία. Να φτάσουμε μέχρι τη βάση του, εκεί που αρχίζουν οι χιονούρες, να περπατήσουμε στην κόψη του μετεωριζόμενοι πάνω από τα γκρέμια, να τρυπώσουμε στα σύννεφα και αιθέρια να φτάσουμε στην κορυφή αφήνοντας τα χνάρια μας στο άσπιλο λευκό προσεγγίζοντας το τριγωνομετρικό της.
Εκκίνηση από το Λιβαδοχώρι, όπως πάντα. Το μικρό ορεινό χωριό που έχει την τύχη να βλέπει όλη τη δυτική πλαγιά του συγκροτήματος δεν μπορούσε παρά να πάρει άτι από τη μορφή της. Λιτό και απέριττο. Έρημο από ανθρώπους με την εξαίρεση ενός ζεύγους κτηνοτρόφων. Στο φτωχικό μαντρί καπνίζει μια ξυλόσομπα. Δυο τρία σκυλιά μας πλησιάζουν περίεργα.
Περνάμε το κέντρο του χωριού βαδίζοντας παράλληλα με το ρέμα που κυλάει χαμηλά δεξιά μας. Στη δεύτερη αριστερή στροφή ανηφορίζουμε, αφήνουμε πίσω μας τα τελευταία σπίτια του χωριού και φτάνουμε σε χωματόδρομο. Αριστερά μας το ελατόδασος και δεξιά μικρά λιβάδια γεμάτα με τα πρώτα εαρινά αγριολούλουδα. Πρίμουλες εκεί που τα νερά κυλάνε, ανεμώνες στα στεγνές πλαγιές, κρόκοι εκεί όπου μόλις τα χιόνια έλιωσαν. Ο θόρυβος των νερών σπάζει την ησυχία του πρωινού. Ενός όμορφου, ηλιόλουστου πρωινού που κάνει ακόμα πιο απολαυστική την πορεία μας.
Από τα 1100 μέτρα του χωριού πρέπει να φτάσουμε στα 1700 της βάσης του κώνου. Πορεία δυο ωρών που μας οδηγεί σε ξάγναντο με θέα εκπληκτική προς το Χατζή και τα Τζουμέρκα. Μια ολιγόλεπτη στάση για ανάπαυση δεδομένης της δύσκολης ανάβασης που ακολουθεί.
Μονοπάτι δεν υπάρχει αφού στην ουσία η πλαγιά είναι ένας τεράστιος λιθότοπος που πρέπει να σκαρφαλώσουμε, σιγά- σιγά και υπομονετικά. Βήμα το βήμα μέχρι τον πρώτο κούκο, μέχρι το πρώτο καραούλι. Εδώ ο άνεμος ξυρίζει. Το χιόνι πάγωσε πάνω στις πέτρες παίρνοντας μορφή μεγάλων κρυστάλλων που δείχνουν τη φορά του ανέμου.
Λίγο ακόμα και φτάνουμε στην κορυφή. Παγωμένο χιόνι καλύπτει τα πάντα. Μια μεγάλη κορνίζα κρέμεται στο χείλος της βόρειας πλαγιάς. Στη ρίζα της σκάβουμε περβάζια για να καθίσουμε προφυλαγμένοι από τον άνεμο. Για όσο μας επιτρέπουν τα σύννεφα που απειλούν να φέρουν την βροχή και το κρύο που διαπερνά σκουφιά και γάντια.

Δεν υπάρχουν σχόλια: