Πέμπτη 26 Απριλίου 2012

Λιγότεροι ψηφοφόροι στο νομό Τρικάλων .

alt

Κατά τι λιγότεροι είναι φέτος οι εγγεγραμμένοι ψηφοφόροι στους εκλογικούς καταλόγους της Περιφερειακής Ενότητας Τρικάλων που θα ασκήσουν το εκλογικό τους δικαίωμα στις 6 Μαΐου, όπως ανακοινώθηκε από το υπουργείο Εσωτερικών και προκύπτει από την τελευταία αναθεώρηση.
Στο νομό Τρικάλων το εκλογικό σώμα ανέρχεται 152.134 άτομα και από αυτούς 75.963 είναι άνδρες και 76.171 γυναίκες. Σε σύγκριση με τις προηγούμενες εθνικές εκλογές του 2009 είναι λιγότεροι κατά 365. Ειδικότερα πριν τρία χρόνια ήταν εγγεγραμμένοι στους εκλογικούς καταλόγους 152.499(76.044 άνδρες και 76.455 γυναίκες)
Όσον αφορά τους νέους ψηφοφόρους που θα προσέλθουν για πρώτη φορά στις κάλπες ο αριθμός τους είναι μεγαλύτερος σε σχέση με τις προηγούμενες εκλογές.
Συνολικά 1.832 είναι οι νέοι ψηφοφόροι στο νομό μας (926 άνδρες και 906 γυναίκες), ενώ το 2009 ήταν 1.796 (922 άνδρες και 874 γυναίκες). Σε όλη την επικράτεια ο αριθμός των ψηφοφόρων ανέρχεται σε 9.850.802 εκ των οποίων οι 110.530 είναι νέοι .
Thessalianews .

Δευτέρα 16 Απριλίου 2012

Ελλήνων Πάσχα: Το έθιμο του οβελία .

Το σουβλιστό αρνί, λεγόμενος οβελίας, είναι ο μεγάλος πρωταγωνιστής του πασχαλινού τραπεζιού αλλά και ολόκληρης της ημέρας στην Ελληνική παράδοση που με την μαγειρίτσα και τα κόκκινα αυγά συνθέτουν το γιορτινό τραπέζι .


Παλιότερα το αρνί που θα έσφαζαν το Πάσχα το ξεχώριζαν από νωρίς, το απόκοβαν από το γάλα και γενικώς είχε μια άλλη αντιμετώπιση από τα υπόλοιπα αρνιά του κοπαδιού.
Το αρνί εκτός από τον «αμνό του Θεού» της εκκλησιαστικής διδασκαλίας, έχει συνδεθεί και με τους αγώνες του έθνους κατά του Οθωμανικού ζυγού και στην περίοδο της Τουρκοκρατίας έλαβε ιδιαίτερα χαρακτηριστικά που συμβόλιζαν την ανάσταση του Ελληνικού Έθνους.
Λέγεται ότι το έθιμο του σουβλιστού αρνιού προέρχεται από τις παραδόσεις των Εβραίων οι οποίοι έβαφαν μάλιστα και την είσοδο των σπιτιών τους με το αίμα του θυσιαζόμενου αρνιού, κατ' αναπαράσταση της νύχτας της εξόδου από την Αίγυπτο. Το θυσιαζόμενο αρνί γινόταν «οβελίας», συμβολίζοντας τον «αμνό» του Θεού που θυσιάστηκε για την ανθρωπότητα. Στο εβραϊκό πασχαλινό τους δείπνο υπήρχαν εκτός από το κρέας, πικρά χόρτα σε ανάμνηση της πικρίας από την δουλεία στην Αίγυπτο, κρασί, αλλά και άζυμος άρτος σε υπενθύμιση της βιαστικής αναχώρησης από την Αίγυπτο.
Την ημέρα αυτή, το Πάσχα, η κατά το Ελληνικότερον την Λαμπρή, οι άντρες να βρίσκονται από το πρωί στην αυλή και επιδίδονται στην προετοιμασία του ψησίματος βάζοντας φωτιά στη μεγάλη θράκα από ξύλα που έχουν προετοιμάσει από την προηγούμενη μέρα.
Φυσικά μεγάλο ρόλο στο ψήσιμο του οβελία παίζουν τα ήδη του ξύλου που θα χρησιμοποιηθούν με το πουρνάρι, τα κλίματα (κλιματόβεργες), και το δρυ να φημίζονται ως τα καλύτερα και ενδεικνυόμενα για τον Πασχαλινό οβελία. Αλλά και το γύρισμα του οβελία θέλει τρόπο και παίζει ρόλο στο καλό ψήσιμό του.
Κατά την διαδικασία του ψησίματος γύρω από την υπαίθρια ψησταριά στήνεται γλέντι μεγάλο όπου μαζεύεται η οικογένεια χορεύοντας και τραγουδώντας αλλά και γευόμενοι την ποικιλία των παραδοσιακών εδεσμάτων (νηστεύσαντες και μη νηστεύσαντες εφράνθειται).
Επίσης στα χωριά το ψήσιμο του οβελία γίνεται κατά ομάδες ή κατά γειτονιά ανάβοντας μια μεγάλη θράκα όπου και γίνεται το ψήσιμο του οβελία του κάθε σπιτιού με το γλέντι να κρατά μέχρι που χτυπάει καμπάνα του εσπερινού.
Εκτός από το παραδοσιακό αρνί, σε πολλές περιοχές τις Ελλάδας τα έθιμα διαφοροποιούνται, με μικρές ή μεγαλύτερες αποκλίσεις. Κύριος πρωταγωνιστής όμως, σε κάθε περίπτωση παραμένει το αρνί στα ηπειρωτικά και το κατσίκι στο Αιγαίο.
ΕΡΕΥΝΑ .

Παρασκευή 13 Απριλίου 2012

Καλό Πάσχα και Καλή Ανάσταση .



«Χριστός ανέστη! Νέοι, γέροι και κόρες,
όλοι, μικροί – μεγάλοι, ετοιμαστείτε
μέσα στες εκκλησίες τες δαφνοφόρες
με το φως της χαράς συμαζωχτήτε
ανοίξετε αγκαλιές ειρηνοφόρες
μπροστά στους Αγίους και φιληθείτε!
Φιληθείτε γλυκά, χείλη με χείλη,
πέστε Χριστός ανέστη, εχθροί και φίλοι

(Διονύσιος Σολωμός, η ημέρα της Λαμπρής)

Ευχόμαστε σ’ όλους ΚΑΛΟ ΠΑΣΧΑ και ΚΑΛΗ ΑΝΑΣΤΑΣΗ !

Σάββατο 7 Απριλίου 2012

Τα αρχαιότερα πετρώματα στην περιοχή των Τρικάλων .

Τι αποκαλύπτει σχετική πανεπιστημιακή μελέτη  .
Τι έχει εντοπιστεί κατά μήκος του Ασπροποτάμου και του Κόζιακα .


Στη Θεσσαλία, τέτοιοι μαγματικοί θάλαμοι υπάρχουν στον Τίταρο, νότια της διασταύρωσης προς Λιβάδι από τη δασική οδό Φτέρης – Σκοτεινών και στον Κόζιακα.
«Τα αρχαιότερα πετρώματα της Ελλάδας μέχρι στιγμής έχουν εντοπισθεί στις περιοχές Φωτεινού Τρικάλων, Δεσκάτης Γρεβενών και λίγα χιλιόμετρα δυτικά της Φλώρινας. Πρόκειται για γρανίτες ηλικίας 700 εκατομμυρίων ετών».
Αυτά αναφέρει, ο κ. Δημήτρης Κωστόπουλος, Επίκουρος Καθηγητής, στο Τμήμα Γεωλογίας του Εθνικού και Καποδιστριακού Πανεπιστημίου Αθηνών στο πλαίσιο σχετικής εργασίας.
Χρονολόγηση .

Η χρονολόγησή τους έγινε σε ορυκτά ζιρκόνια με τη μέθοδο ουρανίου-μολύβδου. Τα πετρώματα αυτά πρωτο-δημιουργήθηκαν σε ένα περιβάλλον όπως αυτό των σημερινών Άνδεων όπου η πλάκα του Ειρηνικού Ωκεανού καταδύεται κάτω από την πλάκα της Νότιας Αμερικής, στο βόρειο περιθώριο μιας μεγα-ηπείρου που επικρατούσε στα νότια γεωγραφικά πλάτη γνωστής με το όνομα Γκοντβάνα.
Από εκεί αποσχίσθηκαν (ως Αβαλονία) πριν περίπου 500 εκατομμύρια χρόνια [λόγω γένεσης ενός ωκεανού που φέρει το όνομα Ρηικός Ωκεανός] και άρχισαν το προς βορρά ταξίδι τους για να φθάσουν στο τέλος να ενσωματωθούν στο νότιο περιθώριο, της αντίστοιχης μεγα-ηπείρου που επικρατούσε στα βόρεια γεωγραφικά πλάτη γνωστής με το όνομα Λαυρωσία.
Τα πετρώματα αυτά αποτέλεσαν το υπόβαθρο στο οποίο εισέδυσαν οι γρανίτες της Πελαγονίας πριν 300 εκατομμύρια χρόνια.
Υποθαλάσσια ηφαίστεια .

Αναφερόμενος στη συνέχεια στις απολιθωμένες αίθουσες μάγματος που βρίσκονταν κάποτε κάτω από υποθαλάσσια ηφαίστεια, τα οποία και τροφοδοτούσαν με λάβα, επισημαίνει πως όπως δύο ωκεάνιες πλάκες απομακρύνονται η μία από την άλλη εκατέρωθεν της μεσο-ωκεάνιας ράχης με ταχύτητες μερικών εκατοστών το χρόνο, ο κενός χώρος που δημιουργείται καταλαμβάνεται από το μάγμα που δημιουργείται λόγω τήξης του ανερχόμενου μανδύα (περιδοτίτη) κάτω από τη ράχη. Κατ’ αυτόν τον τρόπο δημιουργούνται υποθαλάσσιες αίθουσες μάγματος όπου το μάγμα κρυσταλλώνεται και σχηματίζει καινούργιους τύπους πετρωμάτων.
Θεσσαλία .

Στη Θεσσαλία, τέτοιοι μαγματικοί θάλαμοι υπάρχουν στον Τίταρο, νότια της διασταύρωσης προς Λιβάδι από τη δασική οδό Φτέρης – Σκοτεινών και στον Κόζιακα.
Οι πλέον επιβλητικοί μαγματικοί θάλαμοι ωκεάνιας λιθόσφαιρας βρίσκονται στην Πίνδο, μεταξύ Περιβολίου και Αβδέλας Γρεβενών και κατά μήκος του Ασπροπόταμου στη δασική οδό Περιβολίου – Μικρολίβαδου, καθώς επίσης και στον οφιόλιθο του Βούρινου στην περιοχή της Κράπας και του Ασπρόκαμπου.
Ιδιαίτερα στον οφιόλιθο της Πίνδου, οι παραπάνω μαγματικοί θάλαμοι συνοδεύονται και από θεαματικές εμφανίσεις λάβας με σφαιρικές μορφές που είναι τυπικές των υποθαλάσσιων εκχύσεων.
Στον οφιόλιθο της Όρθρυος υπέροχες εμφανίσεις σφαιροειδών λαβών μπορεί κανείς να δει κατά μήκος της κύριας οδού Λαμίας – Δομοκού στο ύψος της Καμηλόβρυσης και βορειότερα.
Ενεργός πλανήτης
Μιλώντας για τη μελέτη των πετρωμάτων και τι μας αποκαλύπτει, σημειώνει, ότι η μελέτη των πετρωμάτων αυτών μας αποκαλύπτει ότι η γη είναι ένας ενεργός πλανήτης όπου ήπειροι και ωκεανοί συνεχώς δημιουργούνται και καταστρέφονται.
Κατά τη διάρκεια αυτής της αέναης ανακύκλωσης διάφορες ενώσεις συγκεντρώνονται υπό ορισμένες συνθήκες σε μεγάλες ποσότητες να δώσουν κοιτάσματα πρώτων υλών.
Οι οφιόλιθοι, για παράδειγμα, αποτελούν πηγή κοιτασμάτων χαλκού, χρωμίου, πλατινοειδών, νικελίου (λατερίτες οφιολίθων Εύβοιας και Καστοριάς) αλλά και αμίαντου (Ζιδάνι Κοζάνης), μαγνησίτη (Βάβδος – Γερακινή Χαλκιδικής), τάλκη και αδρανών υλικών.
Αλλά πέρα απ’ όλα αυτά η μελέτη των πετρωμάτων αυτών ικανοποιεί την αστείρευτη ανθρώπινη περιέργεια να κατανοήσει τον τρόπο λειτουργίας της γης, πότε αυτή θα πάψει να είναι ενεργός γεωλογικά πλανήτης, άρα νεκρός και για τον άνθρωπο, και να λειτουργήσει ως αρωγός της προσπάθειάς μας να κατανοήσουμε την εξέλιξη άλλων ουρανίων σωμάτων με απώτερο σκοπό τη μελλοντική μετανάστευση του ανθρώπινου είδους όταν οι συνθήκες θα το απαιτήσουν. Τέλος ο ίδιος ειδική αναφορά κάνει για τους οφιόλιθους.
Οι οφιόλιθοι σύμφωνα με τον επιστήμονα, αναπαριστούν πετρώματα του ωκεάνιου φλοιού και του άνω τμήματος του ωκεάνιου μανδύα.
Οι τεράστιες τεκτονικές δυνάμεις που δημιουργούνται κατά το στάδιο καταστροφής ενός ωκεανού όπου οι ήπειροι που τον περιβάλλουν συγκλίνουν οδηγούν σε αναδίπλωση και επώθηση του άνω τμήματος της ωκεάνιας λιθόσφαιρας επάνω στις ηπείρους. Με αυτόν τον τρόπο, περιδοτίτες του άνω μανδύα του Ωκεανού της Πίνδου βρίσκονται σήμερα στις κορυφές των βουνών στη Βάλια Κάλντα και το Βούρινο.
Τα κοιτάσματα χρωμίου, σύμφωνα με τον κ. Κωστόπουλο, δημιουργούνται από βασαλτικά μάγματα πλούσια σε χρώμιο που γεννώνται από την τήξη του περιδοτίτη (δηλ. του μανδύα) και τα οποία λόγω άνωσης διαπερνούν τη μανδυακή μήτρα που τα γέννησε και οδεύουν προς τα επάνω μέσα στην ωκεάνια λιθόσφαιρα να τροφοδοτήσουν τους θαλάμους μάγματος και αυτοί με τη σειρά τους τις υποθαλάσσιες εκχύσεις λάβας.
Τα κοιτάσματα χρωμίτη του Βούρινου είναι μεταλλουργικού τύπου και από τα πλουσιότερα του είδους τους στη γη.
Ένα σημαντικότατο παραπροϊόν κατά τη μεταλλουργική επεξεργασία του χρωμίτη είναι τα πλατινοειδή (όσμιο, ιρίδιο, ρουθήνιο, ρόδιο, πλατίνα και παλλάδιο) .

ΕΡΕΥΝΑ .

Τρίτη 3 Απριλίου 2012

Αρχαιολογική μελέτη για τα Τζουμέρκα .

Παρουσίαση αρχαιολογικής μελέτης για τα Τζουμέρκα από την ΙΛΕΤ .



Από την Ιστορική και Λαογραφική Εταιρεία Τζουμέρκων έγινε η παρουσίαση της Μελέτης με τίτλο: "Αρχαιολογικές επεμβάσεις και έρευνες στην περιοχή της αρχαίας Αθαμανίας και του βυζαντινού Τζεμέρνικου".
Η Ιστορική και Λαογραφική Εταιρεία Τζουμέρκων, ένα πνευματικό – επιστημονικό σωματείο η δράση του οποίου καλύπτει ολόκληρη την περιοχή των Τζουμέρκων και που έχει ως στόχο την περισυλλογή, διάσωση και μελέτη του ιστορικού, αρχαιολογικού, γλωσσικού και λαογραφικού υλικού της,καθώς και την πνευματική και πολιτιστική της ανάπτυξη, αποφάσισε, μέσω του Διοικητικού της Συμβουλίου και της σχετικής πρότασης που διατυπώθηκε στη Γενική Συνέλευση του 2009, να ζητήσει τη συνδρομή των αρχαιολόγων και μελών της Εταιρείας, κας Ανθής Αγγέλη και κας Κων/νας Ζήδρου που κατάγονται από τα Τζουμέρκα σχετικά με την αρχαιολογική έρευνα στην περιοχή.
Χάρη στην πολύτιμη συμβολή τους, με την επιστημονική επιμέλεια της τ. Καθηγήτριας της Κλασικής Αρχαιολογίας του Πανεπιστημίου Ιωαννίνων, κας Χρυσηίδας Τζουβάρα – Σούλη, εκπονήθηκε μια μελέτη, με τίτλο ‘’Αρχαιολογικές επεμβάσεις και έρευνες στην περιοχή της αρχαίας Αθαμανίας και του βυζαντινού Τζεμέρνικου’’, η οποία καλύπτει την ευρύτερηπεριοχή των Τζουμέρκων και των τριών νομών (Άρτης, Ιωαννίνων και Τρικάλων).
Η μελέτη αυτή θα αποτελέσει την αφετηρία της προσπάθειάς για την αποκάλυψη, ανάδειξη και προστασία των αρχαιολογικών χώρων και μνημείων στα Τζουμέρκα, δηλαδή στην περιοχή της αρχαίας Αθαμανίας και του βυζαντινού Τζεμέρνικου.
Σε αυτήν, και σε διαδοχικά κεφάλαια, καταγράφονται η γεωγραφία και γεωμορφολογία της περιοχής, η ιστορική της πορεία, οι γραπτές μαρτυρίες των πηγών, τα χαρακτηριστικότερα μνημεία και οι αρχαιολογικοί χώροι, η σχετική βιβλιογραφία.
Παρατίθενται ακόμη και ενδεικτικές φωτογραφίες και χάρτες. Επιπλέον, προτείνονται τα μνημεία από όπου θα μπορούσαν να ξεκινήσουν οι έρευνες και οι ποικίλες αρχαιολογικές επεμβάσεις, όπως και το είδος αυτών των επεμβάσεων και εν συνεχεία παρουσιάζονται τα άμεσα και έμμεσα αποτελέσματά τους.
Πιο συγκεκριμένα, στο πρώτο κεφάλαιο, περιγράφονται, εν συντομία, η θέση και τα συμβατικά γεωγραφικά όρια των Τζουμέρκων, η γεωμορφολογία, η γεωλογία, το κλίμα, καθώς και η χλωρίδα και η πανίδα που διαμορφώνουν τον ιδιαίτερο χαρακτήρα της περιοχής.
Στο δεύτερο κεφάλαιο, σκιαγραφείται η ιστορική διαδρομή τόσο της αρχαίας Αθαμανίας όσο και του βυζαντινού Τζεμέρνικου, από την εποχή του Χαλκού έως και τον 15ο αι. και την Οθωμανική κατάκτηση. Ειδικότερα, οι πιο πρώιμες αρχαιολογικές μαρτυρίες για την κατοίκηση στα Τζουμέρκα ανάγονται στην εποχή του Χαλκού. Από τις αρχές της δεύτερης χιλιετίας π.Χ., εγκαθίστανται εδώ οι Αθαμάνες, ένα από τα κυριότερα Ηπειρωτικά φύλα της αρχαιότητας.
Οι Αθαμάνες διήγαν βίο ποιμενικό νομαδικό. Κατά τον 5ο και τον 4ο αι. π.Χ. πέρασαν από την αγροτική κοινωνία στον αστικό τρόπο ζωής και τη διαβίωση σε οργανωμένους οικισμούς και πόλεις. Κατά τα έτη 220-185 π.Χ. κυβερνήθηκαν από τους βασιλείς Θεόδωρο και Αμύνανδρο.
Ιδιαίτερα ο δεύτερος ανέπτυξε μεγάλη διπλωματική δραστηριότητα και ασκούσε ευρύτερη πολιτική, έξω από τα στενά όρια της χώρας του. Η Αθαμανία δεν πρέπει να απέφυγε την κοινή μοίρα της Ηπείρου το 167 π.Χ., όταν οι λεγεώνες του Αιμιλίου Παύλου κατέστρεψαν 70 Ηπειρωτικές πόλεις και υποδούλωσαν 150.000 Ηπειρώτες.
Ωστόσο, δεν καταστράφηκε ολοκληρωτικά, καθώς από την εποχή του Αμυνάνδρου ή λίγο μετά το 167 π.Χ. και τουλάχιστον έως το 88/87 π.Χ., στην περιοχή λειτούργησε το Κοινό των Αθαμάνων. Κατά τη διάρκεια της αυτοκρατορικής εποχής, γίνεται απλή μνεία των Αθαμάνων, χωρίς ιδιαίτερη αναφορά στην πολιτική και οικονομική κατάστασή τους.
Με την έναρξη της βυζαντινής περιόδου, η περιοχή, αρχικά, θα υπαχθεί διοικητικά στην επαρχία Παλαιάς Ηπείρου και αργότερα στο θέμα Νικοπόλεως, ενώ θα γνωρίσει και αλλεπάλληλες βαρβαρικές επιδρομές. Ο χώρος της Αθαμανίας μπορεί να χαρακτηριστεί ως στρατηγικής σημασίας πέρασμα, το οποίο ένωνε την Ήπειρο με τη Θεσσαλία και ήλεγχε τμήμα του χερσαίου οδικού δικτύου.
Μάλιστα, κατά την περίοδο του «Δεσποτάτου» της Ηπείρου απέκτησε ιδιαίτερη σημασία, καθώς δεν απείχε ιδιαίτερα από την πρωτεύουσά του την Άρτα, ενώ παράλληλα από αυτή διερχόταν και η κυριότερη οδική αρτηρία που ένωνε απευθείας την Άρτα με τα Τρίκαλα και την Ήπειρο με τη Θεσσαλία. Η μακραίωνη περίοδο της οθωμανικής κυριαρχίας ξεκίνησε για την περιοχή στα τέλη του 15ου αι., με την απόκτηση μάλιστα και σημαντικών προνομίων καθώς ήλεγχε τα περάσματα της Πίνδου.
Έτσι, τα Τζουμέρκα δεν γνώρισαν τις αυθαιρεσίες και τις βιαιότητες του Οθωμανού κατακτητή, όπως άλλες Ηπειρωτικές περιοχές. Αντίθετα και εξαιτίας της σχετικής αυτονομίας που απολάμβαναν, αποτέλεσαν καταφύγιο για πολλούς δοκιμαζόμενους Έλληνες, που εγκατέλειπαν τις εστίες τους στις πεδινές θέσεις και επιδίωκαν την εγκατάστασή τους σε ορεινές και δυσπρόσιτες περιοχές.
Στο τρίτο κεφάλαιο, παρουσιάζονται, λεπτομερειακά, οι γραπτές αναφορές των ποικίλων πηγών, από τον 6ο π.Χ. αι. έως και τον 12ο μ.Χ. αι. Πιο συγκεκριμένα, οι όροι Αθαμανία και Αθαμάνες απαντούν σε κείμενα της αρχαίας ελληνικής γραμματείας από μια πολύ πρώιμη εποχή, ήδη από τον 6ο αι. π.Χ.
Συνεχίζουν αδιάκοπα έως και την περίοδο της ρωμαιοκρατίας και πιο συγκεκριμένα έως και τον 2ο αι. μ.Χ. Αντίστοιχα εντοπίζονται και στη βυζαντινή γραμματεία από τον 5ο αι. μ.Χ. έως και το 12ο αι. μ.Χ., με ένα κενό κατά τους αιώνες 4ο, 7ο, 8ο και 11ο. Εκτός από το μεγάλο χρονολογικό εύρος, αξιοσημείωτη είναι η ποικιλία των πηγών που περιλαμβάνουν σχετικές αναφορές και πληροφορίες.
Πρόκειται για έργα ιστορικά, γεωγραφικά, περιηγητικά, φιλοσοφικά, φιλολογικά, καθώς και για τα σπουδαιότερα βυζαντινά λεξικά. Υψίστης σημασίας είναι τα αντλούμενα στοιχεία για τη θέση της περιοχής, καθώς επιβεβαιώνεται η τοποθέτησή της στη σύγχρονη περιοχή των Τζουμέρκων, τη γειτνίασή της με άλλα Ηπειρωτικά και Θεσσαλικά φύλα και τις σχέσεις της με τις όμορες επικράτειες.
Επιπλέον, η μελέτη των πηγών συντελεί στη σκιαγράφηση της ιστορικής της πορείας κατά την κλασική αρχαιότητα, προσφέρει πολύτιμα στοιχεία για τον πολιτισμό της, διασώζοντας και ορισμένες παραδόσεις και τέλος αποδεικνύει τη σημασία της και τη στρατηγική της θέση, καθώς αποτέλεσε κομβικό σημείο για τα όμορα φύλα. Μάλιστα, είναι χαρακτηριστικό ότι η Αθαμανία δε λησμονήθηκε ποτέ από τους συγγραφείς, αλλά διατήρησε τη σημασία της τόσο κατά την περίοδο της ρωμαιοκρατίας όσο και κατά την αντίστοιχη βυζαντινή.
Το τέταρτο κεφάλαιο περιλαμβάνει έναν πίνακα με τα κυριότερα μνημεία των Τζουμέρκων, όλων των ιστορικών περιόδων, από την κλασική αρχαιότητα έως τους μεταβυζαντινούς και νεότερους χρόνους, συμπεριλαμβανομένων και των ήδη κηρυγμένων.
Στα κεφάλαια 5,6,7, παρουσιάζονται διαδοχικά: η πρόταση των μελετητών για τα μνημεία τα οποία χρήζουν άμεσης έρευνας και επεμβάσεων λόγω της σημασίας και της στρατηγικής τους θέσης, το είδος των επεμβάσεων, όπως και οι αρμόδιοι φορείς. Ακολουθούν προτάσεις για τα επόμενα βήματα της Ι.Λ.Ε.Τ. αλλά και σύντομη παρουσίαση των άμεσων και έμμεσων αποτελεσμάτων της αρχαιολογικής έρευνας στην περιοχή.
Στο όγδοο κεφάλαιο παρατίθεται μια εκτενέστατη, τόσο ελληνική όσο και ξενόγλωσση βιβλιογραφία, καθώς και οι εκδόσεις των αρχαίων συγγραφέων. Η μελέτη ολοκληρώνεται με ενδεικτικές εικόνες ευρημάτων και μνημείων της περιοχής και ποικίλους χάρτες. Απώτερος στόχος της παρούσας μελέτης είναι η συγκέντρωση της κυριότερης βιβλιογραφίας και η παρουσίαση της ιστορικής πορείας, των γραπτών μαρτυρίων και των κυριότερων μνημείων της αρχαίας Αθαμανίας και του βυζαντινού Τζεμέρνικου.
Εν συνεχεία, σε συνεργασία με τις αρμόδιες υπηρεσίες του Υπουργείου Πολιτισμού και Τουρισμού, την Περιφερειακή και Τοπική Αυτοδιοίκηση, Πανεπιστημιακές Σχολές και Ερευνητικά Ιδρύματα, θα δρομολογηθεί η έναρξη ερευνών, συμπεριλαμβανομένων και των ανασκαφών, καθώς και ποικίλων επεμβάσεων στα μνημεία, με αφετηρία καθαρισμούς, αποψιλώσεις, σήμανση και εξασφάλιση προσβασιμότητας, με σκοπό την προστασία και την ανάδειξή τους.
Εν κατακλείδι, ελπίζουμε ότι η συγκεκριμένη μελέτη θα αποτελέσει κίνητρο και αφετηρία ώστε στο προσεχές μέλλον να ξεκινήσουν οργανωμένες έρευνες στην περιοχή, για να έρθουν στο φως οι θέσεις κατοίκησης, δράσης και δημιουργίας πολιτισμού αλλά και πολύτιμα ευρήματα που θα συντελέσουν στη σκιαγράφηση της ιστορικής της πορείας.
Το Διοικητικό Συμβούλιο της Ι.Λ.Ε.Τ.